- ζυγίους
- ζύγιοςofmasc acc plζύγιοςofmasc/fem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
BALIUS — I. BALIUS Achillis equus, apud Homerum Il. 7. v. 400. Ξάνςθε τε καὶ Βαλίε, τηλεκλυτὰ τέκνα Ποδάργης, Xantheque et Balie, celebres filii Bodarces; quae una ex Harpyiis, Zephyro iuncta eos peperit. Caspar. Barthius Animadvers. ad Thebaid. l. 6.… … Hofmann J. Lexicon universale
σατίνη — ἡ, Α πολεμικός δίφρος, πολεμικό άρμα («ζυγίους ζεύξασα θεὰ σατίνας», Ευρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για φρυγικό δάνειο (πρβλ. αρμεν. sayl «άρμα»). Ο τ. συνδέεται με τον τ. σάτιλλα «Πλειάς», επειδή ο αστερισμός έμοιαζε με άρμα, και ανάγεται πιθ.… … Dictionary of Greek
τέθριππος — Αυτός που σύρεται από 4 άλογα (ίππους). Το τέθριππο άρμα είχε 2 μεσαία άλογα, που τα έλεγαν ζυγίους, και 2 ακραία, τους σειραίους ή σειροφόρους ή παρηόρους. Το χρησιμοποιούσαν ιδίως στις αρματοδρομίες της Ολυμπίας. Αρχικά τα άλογα ήταν κανονικά,… … Dictionary of Greek